Γιώργος Δέδες

Γιώργος Δέδες

dedes1

Γιώργος Δέδες: Τα δίχτυα τον βλέπουν και ακόμα τρέμουν

Υπάρχουν ορισμένοι παίκτες, το όνομα των οποίων είναι αναπόδραστα συνδεδεμένο, με ένα κομμάτι της ιστορίας της ομάδας, στην οποία αγωνίστηκαν. Όταν, μάλιστα, το συγκεκριμένο κομμάτι είναι και το πιο «καλογραμμένο», δεν χρειάζεται και μεγάλη προσπάθεια για να καταλάβει κανείς ότι η διαχρονική αξία αυτών των παικτών γίνεται ακόμη μεγαλύτερη. Όχι, δηλαδή, ότι ο Γιώργος Δέδες έχει ιδιαίτερη ανάγκη από τον οποιονδήποτε να του αναγνωρίσει την αξία, αλλά και την προσφορά στον Πανιώνιο. Είθισται, βλέπετε, οι αριθμοί να λένε σχεδόν πάντα την αλήθεια και στην περίπτωση του «κυανέρυθρου» άσου, η αλήθεια αυτή είναι μάλλον αυταπόδεικτη.

Από μόνο του, άλλωστε, το γεγονός ότι στα 14 χρόνια παρουσία του στην ομάδα της Νέας Σμύρνης «έγραψε» 480 συμμετοχές (ήτοι, πάνω από 30 ετησίως) σημαίνει ότι, όταν δεν έπαιζε, το θέμα γινόταν… πρωτοσέλιδο στις εφημερίδες της εποχής. Κάτι ανάλογο ισχύει και με τα 155 γκολ που πέτυχε σε αυτό το διάστημα, επίτευγμα που… μαθηματικά μεταφράζεται σε περίπου 0,4 γκολ ανά παιχνίδι ή, αν προτιμάτε, γκολ κάθε τρεις αγωνιστικές. Ένας επιθετικός με το «Ε» κεφαλαίο που συνδύαζε την ταχύτητα, την «υδραυλική» ντρίμπλα και, φυσικά, την ευχέρεια στο σκοράρισμα.

Ένας επιθετικός που, για να μην ξεχνιόμαστε, ήταν μέλος της για πολλούς καλύτερης ομάδας που είχε ποτέ ο Πανιώνιος. Της ομάδας που είχε στις τάξεις της παίκτες, όπως ο Χάιτας, ο Θεοφιλόπουλος, οι αδελφοί Ιντζόγλου, ο Μωραϊτέλης, ο Σκρέκης, αλλά και αρκετούς ακόμη που έφεραν τους «κυανέρυθρους» μια ανάσα από την κατάκτηση του πρωταθλήματος το 1971 (τερμάτισαν τελικά δεύτεροι, πίσω από την ΑΕΚ), αλλά και στην πολύ μεγάλη πρόκριση επί της Ατλέτικο Μαδρίτης στο Κύπελλο ΟΥΕΦΑ.

Ένα χιλιάρικο

Μικρασιάτης στην καταγωγή και ανηψιός του αείμνηστου τερματοφύλακα της ΑΕΚ Ρίμπα, ο Γιώργος Δέδες δεν κρύβει ότι μικρός υποστήριζε τους «κιτρινόμαυρους» και ήταν φανατικός θαυμαστής του Κώστα Νεστορίδη, έχοντας μάλιστα κολλημένη πάνω στο πατίνι του μια φωτογραφία του θρυλικού «Νέστορα» που, σημειωτέον, ξεκίνησε και αυτόν την καριέρα του από τον Πανιώνιο. Όλα αυτά, όμως, ως το 1960, όταν ο Παναγιώτης Πάλλας ανακάλυψε τον 17χρονο εξτρέμ στον Φοίβο Νέου Κόσμου (σημερινό Θρίαμβο, ομάδα από την οποία αποκτήθηκε και ο Θανάσης Σαραβάκος), τον πρότεινε στον γενικό αρχηγό Θανάση Παπαθανασίου και το νερό μπήκε στο αυλάκι.

Ο Δέδες αποκτήθηκε έναντι ποσού χιλίων δραχμών (!), ενώ οι Νεσμυρνιώτες παραχώρησαν στους γείτονες και κάποιους παίκτες. Προπονητές του Πανιωνίου ήταν ο Γιάννης Σκορδίλης και ο Νίκος Ζαρκάδης που κάνα δίμηνο αργότερα του εμπιστεύθηκαν θέση στην ενδεκάδα σε ένα παιχνίδι με τον Φωστήρα, συμμετέχοντας έτσι και αυτοί στην ιστορική στιγμή της πρώτης συμμετοχής στην Α’ Εθνική ενός πολύ μεγάλου ποδοσφαιριστή.

Το πόσο μεγάλος ήταν αποδείχθηκε από την ερωτική του σχέση με τα αντίπαλα δίχτυα. Μια σχέση που έφτασε στο… γάμο το 1971, όταν ο Δέδες αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ στην Ελλάδα με 28 γκολ, επίδοση που του έδωσε το χάλκινο παπούτσι στην Ευρώπη, πίσω από τον Σέρβο Σκόμπλαρ της Μαρσέιγ που πέτυχε 39 γκολ και τον Κεϊτά της Σεντ Ετιέν με 33 γκολ. Δεν κατάφερε, όμως, να παραστεί στην τελετή της απονομής στα γραφεία του «France Football» στο Παρίσι (αντ’ αυτού πήγε η σύζυγός του Καίτη), αφού την ίδια ημέρα έπαιζε στον ιστορικό επαναληπτικό του Σταδίου Καραϊσκάκη με την Ατλέτικο.

Το 1974 πήρε μεταγραφή στην ΑΕΚ (αν και ελεύθερος, οι «κιτρινόμαυροι» πλήρωσαν περίπου μισό εκατομμύριο για την απόκτησή του), όπου σε τρία χρόνια πρόσθεσε περίπου 50 ακόμη συμμετοχές (και 30 γκολ) στο ενεργητικό του, αλλά και ένα ακόμη χρυσό παπούτσι στην Ελλάδα, το 1976 με 16 γκολ. Την περίοδο 1977-78 επέστρεψε στον Πανιώνιο για να κλείσει την καριέρα του στους «κυανέρυθρους» που τον τίμησαν με τη μεγαλύτερη διάκριση του συλλόγου, το Χρυσό Σταυρό. Απόκτημα που ο ίδιος χαρακτηρίζει ανεκτίμητο και που έχει τοποθετήσει στο κεντρικότερο σημείο της βιτρίνας, όπου φυλάει τα μετάλιά του.

Περιττό να τονισθεί ότι η μεγάλη καριέρα του συνοδεύτηκε και από τις ανάλογες συμμετοχές στην Εθνική ομάδα. Φόρεσε 24 φορές τη φανέλα με το εθνόσημο, πέτυχε 7 γκολ και είναι ο μοναδικός (μαζί με τον Στάθη Χάιτα, ο οποίος έπαιξε 27 φορές στην Εθνική) παίκτης στην ιστορία του Πανιωνίου που χρίστηκε τόσες πολλές φορές διεθνής.

Περήφανος

Μετά το τέλος της καριέρας του, ασχολήθηκε με επιχειρήσεις στο χώρο του ενδύματος, ενώ το 1999 επέστρεψε στην αγαπημένη του ομάδα για να αναλάβει το πόστο του γενικού αρχηγού. Ένα πόστο που έχει φροντίσει να το τιμήσει και με το παραπάνω, δίνοντας με το μειλήχιο τρόπο του και το σεβασμό που εμπνέει στους ποδοσφαιριστές τη λύση σε δύσκολες στιγμές. Σε συνεργασία με τον Χάιτα, μάλιστα, είναι «υπεύθυνος» για την ανακάλυψη τεσσάρων από τους πλέον ταλαντούχους παίκτες που υπάρχουν στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Του Τζιόλη, του Μάκου, του Σπυρόπουλου και του Μανιάτη.
Ο ίδιος, σήμερα, τονίζει σε κάθε ευκαιρία το πόσο περήφανος αισθάνεται που «ό,τι είμαι, το χρωστάω σε αυτή την ομάδα» και υπόσχεται να δώσει όλες του τις δυνάμεις για να τον δει κάποια στιγμή όπως ο ίδιος τον ονειρεύεται. Πώς; «Η επιθυμία μου είναι να βρεθεί κάποτε ο Πανιώνιος εκεί που πρέπει να βρίσκεται. Να είναι, δηλαδή, μαζί με το ΠΟΚ και τον ΠΑΟΚ οι κορυφαίες δυνάμεις του Ελληνικού Ποδοσφαίρου. Θα χαρώ όσο δεν μπορεί κανείς να φανταστεί και από την πλευρά μου θα κάνω ό,τι μπορώ για να τον βοηθήσω να το πετύχει».

Του Μιχάλη Κ. Λαδόπουλου

dedes1
Pizza Fan
avance
Pizza Fan
logo venetis
rantch
kraft
trans
mirodies
Tzenana